γεγραμμένας

γεγραμμένας
γεγραμμένᾱς , γράφω
scratch
perf part mp fem acc pl
γεγραμμένᾱς , γράφω
scratch
perf part mp fem gen sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • πλάκα — I Αθηναϊκή συνοικία στους ανατολικούς και τους βόρειους πρόποδες της Ακρόπολης. Η συνοικία αυτή ήταν το κέντρο της Αθήνας από τα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης ως τα τελευταία της βασιλείας του Όθωνα. Το όνομά της οφείλεται σε μεγάλη ενεπίγραφη… …   Dictionary of Greek

  • συνθηματικός — ή, ό / συνθηματικός, ή, όν, ΝΜΑ [σύνθημα, ατος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο σύνθημα 2. αυτός που περιέχει ή εκφράζει ένα σύνθημα, ένα σημείο συμφωνημένο εκ τών προτέρων, συμβολικός (α. «συνθηματικές γλώσσες» [γλωσσ.] ιδιώματα που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”